Αναζητώντας ένα νόημα


Categories :

Λέμε πώς, ζούμε στην εποχή της επικοινωνίας, πώς ένα απ’ τα πιο χαρακτηριστικά ίσως γνωρίσματα της εποχής μας, είναι ο συνεχής, κατά γεωμετρική πρόοδο, πολλαπλασιασμός των επικοινωνιακών μας μέσων, κομπάζοντας περήφανα για τις τελευταίες τεχνολογικές μας προόδους!

Λέμε, πώς, εφεύραμε νέους τρόπους επικοινωνίας, νέες μεθόδους και νέα μέσα για να προσεγγίσουμε, να συναντηθούμε και ν’ ανταλλάξουμε απόψεις μεταξύ μας, μα το πιο σημαντικό, υποστηρίζουμε πώς ανακαλύψαμε τη φόρμουλα για ν ‘ αισθανόμαστε αληθινά συνδεδεμένοι μεταξύ μας!

Γιατί, όπως και να’ χει, τούτος ο αιώνας μας, είναι, θριαμβευτικώς αναμφισβήτητα, ο αιώνας της πολυπόθητης σύνδεσης ή καλύτερα , της εικονικής δικτύωσης: κατοικούμε πια, σ’ έναν εικονικό, αφάνταστα πολύπλοκο, σχεδόν δυσνόητο κόσμο, όπου, όσο εμμονικά κι αν κατά βάθος, απελπισμένα, πασχίζουμε να επικοινωνήσουμε και να συνδεθούμε, τόσο περισσότερο, αποτυγχάνουμε να συναντήσουμε αυθεντικά τους άλλους, κι ευθύς, αποσυνδεόμαστε!

Σ’ έναν ολοένα και περισσότερο δικτυωμένο κόσμο, μοιάζει να’ χουμε απωλέσει την πρωταρχική, ουσιαστική μας, σύνδεση, εκείνες τις αόρατες κλωστές που μας δένουν μεταξύ μας, μα πάνω απ΄ όλα, τον βασικό συνεκτικό ιστό που μας δένει με τον εαυτό μας: μοιάζει να ταξιδεύουμε τυφλοί, απ’ το’ να λιμάνι στο άλλο, περαστικοί, αδιάφορα προσηλωμένοι στο τίποτε, ταξιδιώτες πού, καθώς χωνεύουν τους λωτούς της λήθης, το μόνο στοιχείο που κρατούν πια μέσα στην τσέπη του παλτού τους, είναι τα εισιτήριά τους, διαβατήρια για έναν άγνωστο σ’ αυτούς, αόριστο τελικό προορισμό..

Άραγε, πού να’ χει παραπέσει, η ικανότητά μας γι’ από καρδιάς επικοινωνία; Και, πού να βρίσκεται, πίσω από ποια, τρομερά πυκνά παραπετάσματα, να’ ναι κρυμμένη η διαδρομή που οδηγεί πίσω, στο κέντρο του εαυτού μας, εκεί που διαβιεί φυλακισμένη, ζωσμένη με τις πιο βαριές αλυσίδες, η αυθεντικά ερωτεύσιμη, ζωντανή διάσταση της ύπαρξής μας;

Άραγε, είμαστε ακόμη σε θέση, ν’ ανιχνεύσουμε πίσω απ΄ τις δήθεν πρόσχαρες διαθέσεις, τα άδεια βεβιασμένα χαμόγελα και τις προσποιητά ευγενικές, μα κούφιες στη ρίζα τους λέξεις, που εθιστήκαμε ν΄ ανταλλάζουμε τυπικά, το φόβο, το δισταγμό, τη μοναξιά, φορές και την απόγνωση, πού φωλιάζει μέσα στα σπλάχνα μας επίμονα;

Άραγε, είμαστε έτοιμοι, απογυμνώνοντας τον εαυτό μας απ’ τις κάθε λογής προφάσεις, αφαιρώντας τα επάλληλα στρώματα υποκρισίας, βολικής συμμόρφωσης κι άβουλης ενοχής, ν’ αντικρίσουμε και με τόλμη ν’ επανασυνδεθούμε, με το ευάλωτο πρόσωπο του παιδιού μέσα μας, ώστε με μια σχεδόν διαισθητική τρυφερότητα, να ψαύσουμε τις ατέλειες του ανθρώπου απέναντί μας;

Λέμε, πώς, στην εποχή μας, είναι ανέξοδα εύκολο, γελοία απλό να συνδεθείς: κι όμως, εμείς νιώθουμε όλο και πιο πολύ αποσυνδεδεμένοι, όλο και πιο πολύ ασυνάρτητοι μεταξύ μας, ζώντας αποσπασματικά, ακραία, φορώντας ακριβές πανοπλίες να μας προστατεύουν απ’ τον εαυτό μας μα και των άλλων τις επώδυνες αλήθειες, τρέχοντας σ’ ένα απροσδιόριστα φαντασιακό μαραθώνιο, όπου όλοι μας αποδέχονται και όλοι μας επευφημούν, κι ύστερα, ξυπνώντας απ’ τις αυταπάτες μας, θρηνούμε σθεναρά για τα όνειρα που ξεγελάστηκαν και αφέθηκαν αβοήθητα να’ βρουν το θάνατο εντός μας.

Άραγε, πότε η αγάπη εγκατέλειψε την καρδιά μας, παίρνοντας μαζί της το νόημα της δημιουργίας και της ζωής;